Πέμπτη 7 Φεβρουαρίου 2013

ΔΙΑ ΠΥΡΟΣ ΚΑΙ ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

Ἐδῶ καὶ χρόνια εἶχα μία δυνατὴ λξι πρὸς τὴν φωτιά. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια, πολλὲς φορὲς θυμᾶμαι γι' αὐτὸ τὸ λόγο, νὰ μὴν μιλῶ στὴν γκόμενα δίπλα μου, ποὺ ἀναμένει μονάχα λίγα προτότυπα λογάκια ψιθυρισμένα στὸ ἀφτί της, γιὰ νὰ μοῦ ἀνοίξη πόδια καὶ μουνόχειλα ντὸς τῶν ἐπομένων λεπτῶν. Ἀλλά, πολλὲς φορές, τὰ καθυστεροῦσα, γιατὶ εἶχα μείνει κάποια ρα μόνος μου καὶ εἶχα βρεῖ πιὸ ἐνδιαφέρουσα ἀσχολεία, ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῆς συνεχόμενης μέθης καὶ μαστούρας μου. Ὁμολογουμένως, ἡ μοναξιὰ τῆς παρούσας στιγμῆς, ὀφειλόταν στὸν διον ἀκριβῶς λόγο.

Οἱνόπνευμα... Ἤτοι, ἡ πεμπτουσία τοῦ οἵνου... Δὲν ἧταν μέχρι ποὺ ἤρχισαν νὰ ψάχνουν δικαιολογίες γιὰ νὰ πάρω πόδι ἁπ' τὸ σχολεῖο, ποὺ κατάλαβα πῶς μπορεῖ, ἐνδεχομένως, νὰ ὀνομαστῆ αὐτὴ ἡ καύλα. Τότε, εἶχα κατηγορηθεῖ γιὰ τὸ ὅτι ἔφερνα ἀλκοὸλ στὸ σχολεῖο... Στὴν ἀρχή, βόντκα... Μετὰ, ἕνα ὡραῖο κοκτέιλ ἁπὸ βόντκα, κονιὰκ καὶ μαυροδάφνη... ὥς γνωστόν, τὸ μαῦρο πάντα ὑπερισχύει, ἄρα τὸ ἔβαζα σὲ μπουκάλι κόκα-κόλα... Δημιουργικό... Ἡ τσίχλα, δὲν τοῦς ἐπέτρεπε νὰ ἦναι σίγουροι, ἐπομένως, ἔπρεπε νὰ βροῦν ἄλλη κατηγορία...

Αὑτὸ κράτησε μέχρι πού, μπῆκα στὸν πειρασμό, νὰ βάλω φωτιὰ καὶ στὸ παγκάκι τοῦ σχολείου καὶ τὸ γαμῆδι μετατράπηκε σὲ ἕναν γαμᾶτο καιγόμενο θάμνο στὴν ἄκρη τοῦ προαυλίου.

Σᾶς ἔχει τύχει ἄραγε νὰ παρατηρῆτε τὴν καύτρα τοῦ τσιγάρου, λόγω τῆς ἀξιοθαύμαστης κόκκινης λάμψεώς της καὶ τοῦ παράπλευρου θεάματός της, ποὺ λέγεται «καπνός»;

Βγαίνεις ἔξω καὶ τὰ πάντα εἷναι ἀηδιαστικά... Οἱ μαυριδεροὶ μεσήλικες ποὺ βρίζονται μεταξύ τους, ἄνευ λόγου... Οἱ γκέι μὲ τὶς μπυροκοιλιὲς ποὺ ρίχνουν χριστοπαναγίες... Οἱ ἀράπηδες ποὺ περπατοῦν φωνάζοντας «οὖγκα οὖγκα»... Οἱ πουστόμαγκες ποὺ σοῦ σχολιάζουν τὴν ἐμφάνισι καὶ τὸ βουλώνουν ὅταν πλησιάζης, ἑνῶ οἱ ἵδιοι φοροῦν κάτι γκέικα κολλητά, νὰ δείχνουν τὰ μπαλονάκια ποὺ ἔφτιαξαν λόγω τῆς μουνοδουλείας τους... Οἱ πουτάνες ποὺ ἐπιδεικνύουν τὴν ἱκανότητά τους νὰ παλουκώνωνται ἁπ' ὅλους αὑτούς, διὰ τῆς ἐνδυμασίας τους καὶ τὰ γαμημένα τους, μαλακισμένα γελάκια, ἄνευ λόγου... Οἱ ἄλλοι ποὺ βγαίνουν βραδυάτικα γιὰ καφὲ ἣ ἕνα οὑισκάκι με φυστικάκια, νὰ ἀπολαύσουν τὴν ὑπέροχη γεύσι του οἱνοπνεύματος, μετατρέποντας τὴ μαστούρα σὲ πατατάκι... Ἐννοεῖται ἡ λίστα μπορεῖ νὰ συνεχιστῆ γιὰ πολύ, ἀλλά, ἡ οὑσία ἐδῶ, εἶναι ὅτι βγαίνεις ἔξω καὶ τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ νὰ σοῦ τραβήξη τὸ ἐνδιαφέρον, ἀντὶ νὰ σὲ ἀηδιάση, εἶναι ἡ μυρωδιὰ τῆς φωτιᾶς τῶν τζακιῶν...

Ἀνάβεις μία φωτιὰ καὶ τὴν προσέχεις σὰν γκόμενα ποὺ σοῦ κάνει στριπτίζ... Τὴν μυρωδιά της, τὴν ὁμορφιὰ τῆς λάμψεώς της, τὸν καπνό της... καί, ἐννοεῖται, τὴν ἀξιοθαύμαστη παραμόρφωσι ποὺ μπορεῖ νὰ προκαλέση σὲ οἱουδήποτε εδους ἀντικείμενο.

Ποτὲ δὲν εἶχα σκεφτεῖ ὅτι αὑτὸ προέρχεται ἁπὸ κάποια συγκεκριμένη ψυχολογικὴ κατάστασι... Οὗτε κὰν ὅταν εἶδα τὰ πόδια κάποιου νὰ καίγονται ἐπανηλημένως, μέχρι ποὺ ἔμεινε μόνο το καρβουνιασμένο κόκκαλο, αγκαλιασμένο ἁπὸ τὶς στάχτες τοῦ δέρματος καὶ τῶν μυῶν, ποὺ ἡδια ἡ ἀριστότητα τῆς φωτιᾶς εἶχε καταφέρει νὰ ἐξαφανίση, μέσω τῆς σαδιστικῆς της δυνάμεως. Πῶς ἔγινε αὑτό; Ἡ φωτιά, ἔχει τέτοια δύναμι, ποὺ δὲν σβήνει ἑὰν πέση πάνω της νερὸ δίας ποσότητος... Πρέπει νὰ πέση πολὺ νερὸ γιὰ νὰ σβήση μία καλὴ φωτιά. Ὅταν ὅμως, αὑτὸ γίνη, σοῦ δίνεται ἡ εὑκαιρία, νὰ ἀνάψης ξανὰ φωτιὰ στὸ διο ἀκριβῶς σημεῖο, μὲ τὴ βοήθεια τοῦ οἱνοπνεύματος, χωρὶς νὰ ψοφήση τὸ θύμα.

Τὰ ἀποτελέσματα, σὲ ὅλα τὰ ἀντικείμενα, εἶναι ἀξιοθαύμαστο. Μά, στὸ ἀνθρώπινο σῶμα, ἀκόμα περισσώτερο... Ὅλα τὰ ἀντικείμενα, μαυρίζουν, γίνονται καφέ, γίνονται στάχτη καὶ ἐξαφανίζονται, γίνονται καπνὸς καὶ ἐξαερίζονται... Τὸ διο καὶ τὸ ἀνθρώπινο σῶμα...

Τὰ ἀποτελέσματα τῆς φωτιᾶς, στὸ ἀνθρώπινο σῶμα, ξεκινοῦν ἁπὸ ἁπλὰ σκούρα κόκκινα σημάδια καὶ μπροῦν νὰ καταλήξουν μέχρι καὶ στὸ νὰ το μετατρέψουν ὅλο σὲ μία τραχιὰ μαυρισμένη καὶ κομματιασμένη μάζα, ποὺ μοιάζει με ἀνάπηρος μαῦρος σκελετός.

Βλέπουμε τὸ συμπέρασμα... Ἡ μυρωδιά της εἶναι ὡραία ὅσο αὑτῆς τῶν κολπικῶν ὑγρῶν μιᾶς ἄρειας καὶ ἄσπιλης πανέμορφης παρθένου... Ἡ λάμψι της, ἀξιοθαύμαστη καὶ ἐκθαμβωτική... Ἡ ζέστη της, ἡ μόνη πού, ἁπὸ μακριά, σοῦ χαϊδεύει τὸ δέρμα, ἀντὶ νὰ τὸ γαμάη καὶ νὰ το μαυρίζη... Καί, ἡ δύναμί της, μπορεῖ νὰ ἀλλάξει τὸ χρῶμα, τὸ σχῆμα καὶ ὁλόκληρη τὴν φυσικὴ ὑπόστασι ἑνὸς ἀντικειμένου ἢ ὅντος...

Τὸ παρακάτω τραγούδι, ἀναφέρεται, ἔμμεσα σὲ αὑτὸ τὸ θέμα. Τὸ ἀστεῖο μὲ αὑτὸ τὸ συγκρότημα, ἐκτὸς ἁπ' τὴν πολιτική του ὁρθότητα, εἶναι ὅτι ἐπικροτεῖ τὴν λεγόμενη «πυρομανία», ἑνῶ, στὸ συγκεκριμένο τραγούδι, τὴν παρουσιάζει σὰν δραματικὴ ψυχασθαίνεια...

Das feuer liebt mich...