Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

ΘΑΝΑΣΙΜΗ ΚΑΥΛΑ

Τὸ παρακάτω ἄρθρο εἶναι γραμμένο γιὰ ψυχαγωγικοὺς σκοποὺς καὶ ὁ συγγραφέας δὲν εὐθύνεται γιὰ χρήσι ἢ ἐμπόριο ναρκωτικῶν ἁπὸ τοὺς ἀναγνῶστες του. 



«Ὅλα ναρκωτικὰ εἶναι» σοῦ 'μαθαν στὸ γαμήδι τὸ σπιτάκι σου... Ἀκόμη καὶ τυπᾶδες ποὺ τὸ παίζουν μάγκες καὶ ἔχουν ἄποψι γιὰ τὰ βαριὰ ναρκωτικά, ποὺ ὅμως δὲν πλησιάζουν ἐπειδὴ χέζονται μὴν ἐθιστοῦν καὶ μετὰ πουλᾶνε κῶλο νὰ πάρουν τὴ δόσι τους, ταυτίζουν τὶς δυὸ σκόνες... ἅν ἔχουν δεῖ ποτὲ καὶ χόρτο... Περιορίζονται στὶς ὑστερικὲς προειδοποιήσεις τῆς πουτάνας τῆς μάννας τους ποὺ καυλώνει νὰ τοὺς βλέπει γαμημένους κωλόφλωρους ἐπειδὴ γκαστρώθηκε σὲ κάνα μπουρδέλο καὶ φόρτωσε τὸ μούλικο στὸν πρῶτο καθυστερημένο, μουνόδουλο καριόλη ποὺ βρῆκε. Μεγαλώνει τὸ πουστάκι της στὰ πούπουλα σὰν γκόμενα... νὰ βγάλη τὶς ἐνοχὲς ἁπὸ πάνω της ποὺ γέννησε μπαστάρδι... μακρυὰ ἁπὸ βία, ναρκωτικά, bi γαμήσια, πορνεία, παρανομίες καὶ ληστείες. Ὅταν τὸ μπασταρδάκι μεγαλώση λίγο, θὰ ρουφήξη τὸ χόρτο του καὶ θὰ νομίζη ὅτι παρανομεῖ καὶ κοντράρει τὴν καριόλα τὴ μάννα του ποὺ τὸν κλώτσησε στὰ σεντόνια τοῦ πρώτου κορόιδου ποὺ τὴν ξεκώλιασε μετὰ τὸν πατέρα του ποὺ τῆς ἔδωσε ποῦλο. Ὁ πουστᾶκος καπνίζει τὸ χασισάκι του ἀλλὰ μένει μακρυὰ ἁπὸ κοκόρια καὶ βελόνες. Αὐτὰ ἐθίζουν καὶ ἡ κόκα εἶναι ἀκριβὴ σὰν δηλωμένη πουτάνα... εἶναι πολὺ ἀπαγορευμένα γιὰ νὰ ἐπαναστατήση μὲ αὐτά. Δὲν θὰ μυτιάση... δὲν θὰ τρυπηθῆ... Ἡ φούντα, ἁπὸ συνήθεια, ἔχει καταντήσει ἡ μόστρα τοῦ κάθε φλώρου ποὺ τὴν εἶδε πρεζάκιας μὲ ἕνα τσιγαριλίκι τὴ βδομάδα. Χαλάρωσι, νύστα καὶ κατάθλιψι μετὰ ἁπὸ κάθε χυλόπιτα. Κατὰ τὰ ἄλλα ἡ πουτάνα ἡ μάννα του, τοῦ 'μαθε πόσο δαιμονικὸ εἶναι ἐπειδὴ παίζει νὰ ψοφήση στὰ ἐξῆντα ἁπὸ καρδιὰ ἔτσι καὶ πωρωθῆ. Τὸ ποτὸ ὅμως ἀλλάζει περισσώτερο τὴ συμπεριφορὰ ἁπ' τὰ μπαφίδια καὶ ἅς οὑρλιάζει σὰν ὑστερικὴ ἡ ξεκωλιάρα ποὺ ξαφνικὰ τὴν εἶδε προστάτης τοῦ μπάσταρδου σπλάχνου της. Ὅσο γιὰ τὶς γκόμενες ποὺ πίνουν μπάφο, μέσα στὴ χαλάρωσι ἄνετα ἀνοίγουν τὰ πόδια γι' αὐτὸ εἶναι ὅλες πουτάνες ὅπως ἦταν οἱ μαννάδες τῶν μπαφιάρηδων πρὶν τοὺς γλιστρήσουν στὸν κόσμο. Ρουφᾶνε ψωλὲς γιὰ μερικὰ τζαμπὲ τσιγάρα ἐπειδὴ τρῶνε ὅλα τὰ λεφτὰ στὶς φραπεδιὲς καὶ δὲν τοὺς φτάνουν γιὰ τὸ μαῦρο τους. Παρόλο ποὺ καὶ αὐτὸ γιὰ μόστρα τὸ πίνουν νὰ παίρνουν μάτι οἱ γκόμενοι καὶ οἱ ξεκωλιάρες φιλενάδες τους.

Ἅν ἡ φούντα εἶναι ἀληθινὴ συνήθεια, κρᾶτα την στὸ κωλόσπιτό σου νὰ πίνης πρὶν κοιμηθῆς μαζὺ μὲ κάνα lexotanil ἅν δὲν ἦσαι καμμιὰ ἤρεμη πουτανίτσα μὲ καθαρὴ συνήδεισι νὰ κοιμάσαι σὰν πρόβατο ὅποτε χουχουλιάζεις. Ἀλλιῶς κόψε τὰ ναρκωτικὰ καὶ πέσε στὸ βιβλίο σου νὰ περάσης σὲ καμμιὰ σχολὴ νὰ πιάση τόπο ἡ ζητιανιὰ ποὺ θὰ κάνης μετὰ γιὰ μιὰ νόμιμη δουλίτσα μὲ μεροκάματο. Γιατὶ ἅν ἦσαι φτωχομπινὲς δὲν γλιτώνεις τὸ σφάξιμο ἔτσι καὶ σκάσει κανεῖς μύτη νὰ σοῦ ἀδειάση τὶς τσέπες... Ὅταν βγαίνης ἔξω ὅμως, δὲν θὲς νὰ χαλαρώσης. Δὲν θὲς νὰ ξαπλώσης στὸν καναπὲ νὰ μιλᾶς μὲ τὶς κολλητές σου μήπως τύχη νὰ γαμήσης. Θὲς νὰ τσιτώσης, νὰ γαμήσης μὲ βία καὶ ἐπιθετικότητα, νὰ κάνης ἄγριο χυδαῖο πέσιμο στὰ πουτανάκια ποὺ τὸ παίζουν δύσκολες γιὰ νὰ γουστάρουν, νὰ πλακώσης τὸν ἄλλο γκέυ ποὺ σοῦ τὴν εἶπε, νὰ μαχαιρώσης τὸν πουστᾶκο ποὺ κωλοτρίβεται μὲ τὴν γκόμενα ποὺ ἔχεις γιὰ μόστρα καὶ γαμᾶς σὰν ἀγκαρία κάνα μισάωρο μέχρι νὰ χύσης στὸ σακούλι ἐπειδὴ σοῦ 'ρχεται νὰ ξεράσης ὅποτε βλέπεις μουνί. Ὄχι νὰ τὴν ἀράξης. Τέτοιος πουστᾶκος ποὺ εἶσαι δὲν χρειάζεσαι τίποτα γιὰ νὰ τὸ καταφέρης. Καὶ ὅταν σὲ ξεκωλιάζουν στὸ ξύλο βγᾶλε τὸ τσιγαριλίκι νὰ δείξης ὅτι εἶσαι χωμένος στὴ μαγκιὰ μήπως φοβήσης κανέναν χωρὶς νὰ κουνήσης τὸν ξεχειλωμένο κῶλο σου. Τέρμα ἡ κριτικὴ ὅμως γιατὶ ὅσο καὶ νὰ σὲ προσβάλλη πουστᾶκο, κατὰ βάθος αὐτὰ τὰ βλέπεις σὰν συμβουλές.

Τὸ χόρτο κάνει κεφάλι καὶ κοιμίζει σὰν ἠρεμιστικό. Δὲν ἀλλάζει τὴν συμπεριφορὰ καὶ δὲν κάνει θαύματα ὅσο καὶ ἅν θὰ τὸ 'θελαν οἱ τυπᾶδες ποὺ τὴν εἶδαν παράνομοι ἐπειδὴ πίνουν. Δὲν εἶναι τὰ μπαφίδια γιὰ κάνα χρόνο ποὺ κάνουν κάποιους πιὸ μάγκες ἐν καιρῶ, ἀλλὰ οἱ παρέες ποὺ τοὺς χώνουν σὲ αὐτά. Ἐπειδὴ ἀκριβῶς θεωρεῖται παράνομο, πολλοὶ ἁπ' τοὺς χρῆστες, τὰ βαποράκια καὶ τοὺς dealer τὸ ρίχνουν καὶ λίγο στὴ μαγκιά. Ἄλλοι ἐπειδὴ τὸ 'χουν κάπως καὶ λίγοι ἐπειδὴ πίνουν καὶ τὴν πρέζα ἢ τὴν κόκα τους. Οἱ περισσώτεροι ὅμως θεωροῦν ὅτι μὲ ἄλλη μαστούρα ἢ θὰ τοὺς μπαγλαρώσουν ἢ θὰ πωρωθοῦν καὶ δὲν θὰ ξεκολλᾶνε. Ἀφοῦ ἡ στέρησι ἁπ' τὴ πρέζα ἔχει σπασμοὺς καὶ πόνους, ὅλα τὰ ναρκωτικὰ ἐκτὸς ἁπ' τὸ χόρτο ἔτσι θὰ 'ναι... Στὰ παρτάκια ὅμως ποὺ χοροπηδᾶνε σὰν πουτάνες στὴ μπάρα, θὰ τὸ πάρουν τὸ τριπάκι ἁπ' τὰ φιλαράκια τους καὶ θὰ ποῦν καὶ εὐχαριστῶ ἐπειδὴ παίζει καὶ νὰ βγάλουν γκόμενα. Θὰ κωλοχτυπιοῦνται καὶ σὰν νὰ 'χουν κατεβάσει καμμιὰ εἰκοσαριὰ καφέδες, θὰ δοῦν καὶ τὶς πεταλουδίτσες τους. Ἐξάλλου ἡ καριόλα ἡ μάννα τους τοὺς ἔλεγε μόνο γιὰ τὴ κόκα, τὴ πρέζα καὶ τὸ χόρτο. Τὸ LSD τὸ ξέχασε... δὲν τὸ 'χε ἀκουστὰ ἁπ' τὶς εἰδήσεις. Ἐκεῖ ὅμως ὅλα ναρκωτικὰ εἶναι. Εἰδικὰ ἡ πρέζα καὶ ἡ κόκα. Τὸ χόρτο ἔχει σχεδὸν νομιμοποιηθῆ. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ ἐπικίνδυνο εἶναι ἀφοῦ ἦναι ἀφορολόγητο ἀκόμα. Ἀρχίδια ἐπικίνδυνο εἶναι...

Θὰ βρεθοῦν τὰ φράγκα γιὰ τὴ πρέζα... ἡ στέρησι κάνει περισσώτερα θαύματα ἁπ' τὴ μαστούρα καὶ ὁ καριόλης ὁ περιπτερᾶς εἶναι μόνος του τὸ βράδυ μὲ κάνα διακοσάρι γιὰ παρέα.

Ἀρχίδια ὅμως... θὲς ὅποτε γουστάρεις νὰ τὸ κόβης. Νὰ 'χεις τὴν σιγουριά σου σὰν χέστης. Ὅσο πορώνει τὸ κρασί ὅταν σὲ μαστουρώση τόσο πορώνουν καὶ τὰ μπαφίδια. Συνήθεια, γαμάτη χαλάρωσι, θὰ κοιμηθῆς καὶ καλὰ τὸ βράδυ καὶ ἅν σὲ πιάση αὐτογνωσία θὰ κρεμαστῆς ἁπὸ κατάθλιψι. Ἀλλὰ τέτοια χάρη δὲν παίζει νὰ μοῦ κάνης... Καὶ τὸ μουνὶ θὰ χαίρεται ποὺ ἔχει γκόμενους νὰ τὸ σκίζουν ὅποτε γουστάρει ἀντὶ νὰ κλαψομουνιάζη καὶ νὰ σκύβη ὅπως τοῦ ἀρμόζη. Δίπλα εἶναι ἡ κόχη τοῦ κρεββατιοῦ νὰ τῆς ἀνοίξη τὸ κεφάλι ἔτσι καὶ βγάλει ἄχνα ἀντὶ νὰ τσιμπουκώνη.

Ἄλλο ἡ σκόνη ἄλλο τὸ χόρτο. Ἡ πρέζα θὰ φέρη ἐθισμὸ ἀλλὰ ἅν θὲς ἀπεγνωσμένα τὴν μαγκιὰ ποὺ θὰ δώση καὶ δὲν ἔχης φράγκα γιὰ κοκόρια, θὰ σὲ ρίξη σὲ γαμάτο λίθαργο. Μακριὰ ἁπ' τὴ πραγματικότητα ἐκεῖ ποὺ μόνο οἱ ἐπιτυχίες μετρᾶνε καὶ οἱ ἀποτυχίες ξεχνιοῦνται. Ἅν δὲν ὑπάρχουν λεφτὰ γιὰ τὴ δόσι ὑπάρχουν πάντα γαμημένες κωλόγριες στὸ δρόμο μὲ τσάντες γεμάτες ἁπὸ καμμιὰ σύνταξι. Ψυλικατζήδικα, περίπτερα. Μὲ ἐκατὸ εὐρῶ βγάζεις τὶς δόσεις ἑνὸς μῆνα καὶ μέσα στὴ μαστούρα, τὴν ἀνάγκη καὶ τὴν σκέψι ποὺ βυθίζεσαι, κανένας φόβος δὲν εἶναι δυνατός. Τὰ πρεζάκια ἔχουν καὶ μικρώτερες ποινὲς ἀφοῦ ἔχουν καὶ μικρώτερη διάρκεια ζωῆς. Δὲν θὰ ψοφήσης κωλόγερος... θὰ ψοφήσης στὰ σαράντα ἅν ἔχης καλὲς ἄκρες καὶ δὲν σοῦ φυτέψουν κάνα χάπι στὶς φλέβες. Τὴν μαστούρα σου ὅμως θὰ τὴν ἔχης καὶ τὴν πραγματικότητα ποὺ γουστάρεις καὶ τὴν μαγκιὰ ποὺ δὲν εἶχες ποτέ σου καὶ πάντα ἤθελες. Καλλίτερα νὰ ζήσης ἔτσι δέκα χρόνια παρὰ νὰ ψοφήσης καὶ γκέυ καὶ κωλόγερος...

Ἡ κόκα εἶναι πιὸ ἀκριβή. Δὲν εἶναι γιὰ παιδιὰ γι' αὐτὸ πουλιέται μὲ περισσώτερες δόσεις τὸ κάθε φακελάκι. Ἡ μαστούρα της ὅμως εἶναι πολὺ πιὸ γαμάτη γι' αὐτὸ καὶ δὲν εἶναι γιὰ παιδάκια μὲ χαρτζηλίκι. Πουλιέται σὲ μπουζουξίδικα... ὄχι σὲ κλαμπ καὶ σχολεῖα. Δὲν εἶναι τριπάκι, δὲν ἔχει παραισθήσεις, δὲν δίνει ἄσκοπη ἐνέργεια νὰ κωλοχτυπιέσαι. Ὅλη ἡ ἐνέργεια ποὺ θὰ δώση εἶναι τσίτωμα γιὰ ξυλίκι, πιστολίδι, κίνδυνο, μόστρα, ταχύτητα καὶ εὐχαρίστησι. Σὰν ὑγρὸ μουνὶ παρθένας ἀλλὰ καυλώνει περισσώτερη ὥρα... Ἔπαρσι καὶ μαγκιά. Δὲν εἶναι ψεύτικη ἀλαζονεία γιὰ μόστρα. Εἶναι ἀληθινὴ πίστι ὅτι ἔκανες τὸ σωστὸ μέχρι τώρα καὶ θὰ τὸ κάνης καλλίτερα μετά. Ἤσουν καὶ θὰ 'σαι μάγκας. Ἅν κάποτε ἔφαγες ξύλο, ἔχεις δικαιολογίες καὶ δὲν θὰ ξαναγίνη. Καὶ ὄντως παίζει νὰ μὴν ξαναγίνη ἀφοῦ τώρα ὁ κίνδυνος ἔχει μικρώτερη ἀξία ἁπ' τὴν ἀνάγκη νὰ καυλώσης μὲ τὸν ἐαυτό σου... Δὲν νοιώθεις οὕτε ἰδιαίτερο πόνο ὅσο κρατάει ἡ μαστούρα. Ἀλλὰ καὶ νὰ νοιώσης, στ' ἀρχίδια σου. Τίποτα δὲν ἔχει μικρώτερη ἀξία ἁπ' τὸ νὰ κάνης αὐτὸ ποὺ γουστάρεις. Ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἁπ' τὸ νὰ ξεπεράσης τὰ ὅρια ποὺ εἶχες βάλει πρὶν, ἁπὸ χέσιμο καὶ τὰ 'λεγες καὶ ἠθικὴ γιὰ νὰ δικαιολογῆσαι. Δὲν τράβηξες μαχαίρι ἐπειδὴ εἶσαι καλὸς ἄνθρωπος καὶ θέλεις νὰ πλακώνεσαι τίμια. Ἢ ἐπειδὴ εἶσαι κατὰ τῆς βίας. Δὲν τὸ ἔκανες ἐπειδὴ χέστηκες καὶ ὅσο φτιάχνεσαι ἁπ' τὴ σκόνη... κόκα ἢ πρέζα αὐτὸ δὲν θὰ ξαναγίνη.

Ἡ ὑποκρισία θὰ γίνη ἀντιηθικισμὸς γιατὶ δὲν θὰ ὑπάρχη πιὰ φόβος. Σκέφτεσαι λιγώτερο καὶ κάνεις περισσώτερα. Μετὰ τὸ σνιφάρισμα κανένα ἐμπόδιο δὲν φαίνεται ἀρκετὸ γιὰ κάνα δύωρο. Μετὰ φεύγει τὸ τσίτωμα ἀλλὰ μένει ἡ μαγκιά. Μέχρι νὰ ἀρχίση ἡ στέρησι, ὁ ἔλεγχος συναισθημάτων εἶναι εὐκολότερος μετὰ τὸ ἀσταμάτητο τσίτωμα τοῦ πρώτου μισάωρου. Ἡ στέρησι δὲν εἶναι σωματική. Δὲν ὑπάρχουν σπασμοὶ οὕτε πόνοι. Μόνο ἀνάγκη νὰ ξανανοιώσης τὴν μαστούρα ποὺ εἶχες γιατὶ καύλωσες ἄγρια. Ὁτιδήποτε ἄλλο φέρνει δυστυχία γιατὶ δὲν συγκρίνεται μὲ τὴν εὐχαρίστησι ἐκείνων τῶν ὡρών. Ξέρεις ὅτι δὲν θὰ 'σαι πιὰ τόσο εὐχαριστημένος καὶ βλέπεις ὅτι θυμᾶσαι τὶς ἀποτυχίες ἐντονώτερα. Ἀλλὰ μπορεῖς νὰ τὸ ὑπομείνης ἄνετα μέχρι νὰ σνιφάρης τὴν ἐπόμενη δόσι. Μὲ ἕνα ἐβδομηντάρι ἔχεις τέσσερις δόσεις ποὺ ἰσοδυναμοῦν μὲ τέσσερις πέντε ἐξόδους...

Ἄλλοι γουστάρουν κρύσταλλο ἄλλοι βελόνα. Ὅττι καυλώνει περισσώτερο. Χαλάρωσι, ὕπνος, εὐχαρίστησι καὶ σιγουριὰ ἢ σιγουριά, ἔπαρσι καὶ τσίτωμα. Τὰ ἄλλα ἔρχονται μόνα τους. Ἡ σκέψι καὶ τὰ ξόρκια εἶναι δυσκολότερα μὲ τὴ κοκαΐνη καὶ εὐκολότερα μὲ τὴ πρέζα ποὺ χαλαρώνει. Γι' αὐτὸ ὁ Crowley ψόφησε ἁπ' αὐτὴν καὶ ὄχι σὲ κάνα νοσοκομεῖο ἁπὸ φυσικὲς ἀρρώστιες... Ὁ κίνδυνος καυλώνει περισσώτερο. Ἡ κόκα τὸν φέρνει στὸ τσίτωμα καὶ ἡ πρέζα στὴν τόλμη καὶ τὴν σκέψι... Ἄλλοι γουστάρουν περισσώτερο τὸ συνεχόμενο τσίτωμα καὶ τὸν κίνδυνο... Ἅς θέλουν ὕπνο καὶ τὰ νεῦρα... Ἄλλοι χαλάρωσι καὶ αὐτοσυγκράτησι. Ἁπ' αὐτὸ ἐξαρτᾶται ἅν θὰ πιοῦν πρέζα ἢ κόκα γιατὶ καὶ τὰ δύο πορώνουν καὶ ἐθίζουν. Ὅταν ἔχης γνωρίσει τὰ καλλίτερα δὲν γυρνᾶς πίσω ὅσο στὸ ποῦτσο καὶ ἅν τὸ θὲς ἐπειδὴ χέζεσαι ὅταν περάση ἡ μαστούρα. Ἡ πρέζα ρουφιέται κατευθείαν ἁπ' τὸ αἷμα καὶ τὸ χέσιμο θὰ τὸ πληρώσης ὅπως πρέπη... Ἡ κόκα μπορεῖ νὰ σπάση ἀγγεῖα τῆς μύτης, νὰ φέρη αἱμορραγία καὶ νὰ ἀχρηστέψη τὴν ὄσφρησι. Ἀλλὰ κάθε γαμάτη εὐχαρίστησι εἶναι γκόμενα τοῦ κινδύνου...